Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2016

Ειρήνη

 
Σχετικά Άρθρα


« …Ειρήνη είναι όταν τ’ ανθρώπου η ψυχή
γίνεται έξω στο σύμπαν ήλιος
κι ο ήλιος
ψυχή μες στον άνθρωπο».
Νικηφόρος Βρεττάκος, Τα ποιήματα, τ. Β΄ Αθήνα 1981, σ. 263
 
Η ειρήνη του Θεού και η ειρήνη του κόσμου

«Ο κακόμοιρος ο κόσμος διψά ειρήνη. Μα χωρίς την απομέσα ειρήνη, δεν μπορεί να γίνη ειρήνη εξωτερική. Χωρίς την ψυχική ειρήνη, η πολιτική και κοινωνική ειρήνη είναι ψεύτικη.
«Ειρήνη αφίημι υμίν, είπε ο Χριστός στους μαθητές Του κατά το Μυστικό Δείπνο, ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν. Ου καθώς ο κόσμος δίδωσι, εγώ δίδωμι υμίν». Πρόσεξες για να δης καλά τί λέγει ο Χριστός; «Ου καθώς ο κόσμος δίδωσι, εγώ δίδωμι υμίν». «Δεν σας δίνω, λέγει, εγώ την ειρήνη που δίνει ο κόσμος», την ψεύτικη, την οργισμένη ειρήνη, την ανειρήνευτη ειρήνη, την ειρήνη που στ’ αληθινά δεν έχει ολότελα ειρήνη και ησυχία.
Τέτοια είναι η ειρήνη που μπορεί να κάνη ο κόσμος, οι άνθρωποι, που τρώγονται με τα πάθη τους και που τους κατατρώγει η περηφάνεια, η ματαιοδοξία-φιλαργυρία, η σκληροκαρδία και η απονιά στους άλλους, η μανία της ακολασίας και η επιθυμία της καλοπέρασης.
Όλα τούτα τα πάθη είναι οργισμένα και όχι ειρηνικά. Αυτά κάνουνε τους ανθρώπους να μαλώνουνε, να εχθρεύονται ο ένας τον άλλον, αυτά λιγοστεύουνε την αγάπη, που είναι δα πολύ λίγη ανάμεσά τους, και φέρνουνε την παραζάλη, την έχθρα, «την έριδα» που λέγανε οι αρχαίοι.
Με άλλα λόγια, φέρνουνε τη βασιλεία του διαβόλου επί της γης, και όχι τη βασιλεία του Θεού, που είναι η ειρήνη».
Φώτης Κόντογλου 



 
Η παράδοση της Ιερουσαλήμ στους Άραβες από τον πατριάρχη Σωφρόνιο

Τῷ 635 ἔπεσεν ἡ Δαμασκός· ἡ μία δὲ μετὰ τὴν ἄλλην πόλις τῆς Συρίας καὶ Παλαιστίνης παρεδίδοντο διὰ συνθήκης. Τῷ 636 συνεκροτήθη παρὰ τὸν ποταμὸν Ἱαρμοὺκ ἡ τελευταία πρὸς τοὺς ἄραβας φονικωτάτη μάχη, καθ’ ἣν ἕνεκα τῆς ἀκαθέκτου αὐτῶν συνδρομῆς καὶ ἕνεκα δυσμενῶν πολεμικῶν περιστάσεων ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς ἡττήθη· ἐλάχιστα δὲ λείψανα διεσώθησαν εἰς ἄλλας τῆς Συρίας καὶ Παλαιστίνης πόλεις καὶδὴ εἰς Ἱερουσαλήμ. Δυστυχῶς ἔγκαιρος πρόνοια περὶ ἐνισχύσεως τῆς φρουρᾶςαὐτῆς δὲν ἐλήφθη· ἐλπίζων δὲ πάντοτε ὁ Πατριάρχης Σωφρόνιος νὰ λάβῃ ἐνισχύσεις παρεσκεύασε, διὰ παντὸς δυνατοῦ τρόπου, τὰ πρὸς ἄμυναν· διότι οἱ ἄραβες ἀπὸ τοῦ 637 ἤρξαντο συστηματικῆς πολιορκίας, καταλαμβάνοντες τὰς πέριξ πόλεις, πλὴν τῆς Ἀσκάλωνος καὶ Καισαρείας, ἥτις ἦτο περισσότερον ἐνισχυμένη. Οἱ ἐξερχόμενοι τῆς Ἱερουσαλὴμ συνελαμβάνοντο καὶ ἐφονεύοντο καὶ πρὸ τῆς ἐνάρξεως δ’ ἔτι τῆς πολιορκίας κατέστη ἀδύνατος ἡ τέλεσις τῆς ἑορτῆς τῆς γεννήσεως τοῦ Κυρίου ἐν Βηθλεέμ, ὅτε ὁ Πατριάρχης Σωφρόνιος ἀπήγγειλε μίαν τῶν θαυμασιωτέρων αὐτοῦ ὁμιλιῶν ἐν τῷ ναῷ τῆς Θεοτόκου, ἐν Ἱεροσολύμοις, εἰς τὴν Γέννησιν τοῦ Σωτῆρος. Ἡ πολιορκία παρετάθη ἐπὶ μακρόν· ἀλλ’ ἦτο ἀδύνατος ἡ μέχρι τέλους ἀντίστασις. Κατ’ αὐτὴν δ’ ἀπαγγείλας ὁ Σωφρόνιος λόγον εἰς τὸ ἅγιον βάπτισμα, πρὸς τοῖς ἄλλοις, ἔλεγε
‘Πόθεν παρ’ ἡμῖν πολιτεύονται πόλεμοι; πόθεν βαρβαρικαὶ πλεονάζουσιν ἔφοδοι; Πόθεν Σαρακηνῶν ἡμῖν ἐπανίστανται φάλαγγες; πόθεν τοσαύτη φθορὰ καὶ λεηλασία πεπλήθυνται; πόθεν ἀνθρωπίνων αἱμάτων ἐκχύσεις ἄπαυστοι γίνονται; πόθεν τὰ ἀνθρώπεια σώματα ἐσθίουσι τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ; πόθεν ἐκκλησίαι καθῄρηνται; πόθεν σταυρὸς ἐνυβρίζεται; πόθεν Χριστὸς αὐτὸς ὁ πάντων τῶν ἀγαθῶν δοτήρ… ἐθνικοῖς βλασφημεῖται τοῖς στόμασι… ὅπερ ἡμῖν πάντων ἐστὶ τῶν συμβαινόντων δεινῶν φορτικώτερον; …’.
Ὁ ἱερὸς ρήτωρ ὑποδεικνύει, ὅτι ἀναμφιβόλως αἴτιοι τούτων ἐγένοντο ἕνεκα τῶν ἁμαρτιῶν αὑτῶν οἱ χριστιανοί· ὅθεν προτρέπει αὐτοὺς εἰς μετάνοιαν, ἐλπίζων ὅτι ὁ Θεὸς ἔμελλε νὰ βοηθήσῃ τὴν κινδυνεύουσαν ἁγίαν Πόλιν.
Ἀλλὰ τοῦ Θεοῦ θέλημα ὑπῆρξεν ἵνα ἡ Πόλις καὶ μετ’ αὐτῆς ἡ Ἐκκλησία εἰσέλθωσιν εἰς τὸ στάδιον τῶν μεγάλων αὑτῶν θλίψεων. Ὁ Πατριάρχης πεισθεὶς περὶ τοῦ ἀδυνάτου τῆς περαιτέρω ἀντιστάσεως ἀπεφάσισεν ἑκουσίως νὰ παραδώσῃ τὴν πόλιν πρὸς αὐτὸν προσωπικῶς τὸν χαλίφην Ὠμὰρ (634-644), ἵνα τοὐλάχιστον λάβῃ τὰς προνομίας, αἵτινες ὑπὸ τῶν ἀράβων παρεχωροῦντο, εἰς τὰς ἑκουσίως παραδιδομένας πόλεις τῶν χριστιανῶν. Οἱ πολιορκοῦντες τὴν Ἱερουσαλὴμ στρατηγοὶ ἐκάλεσαν ἐκ τῆς Ἀραβίας τὸν χαλίφην· ἐπὶ δὲ τοῦ ὄρους τῶν ἐλαιῶν ἐγένετο ἡ περιλάλητος ἐκείνη μεταξὺ τοῦ Πατριάρχου Σωφρονίου καὶ τοῦ Ὠμὰρ συνθήκη, δι’ ἧς τῷ 638 παρεδόθη ἡ ἁγία πόλις Ἱερουσαλὴμ εἰς τοὺς Ἄραβας».
Χρυσοστόμου Παπαδόπουλου, Μητρ. Αθηνών, Ιστορία της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων, Αθήνα 1910, διατίθεται στο http://www.pantocrator.info/gr/logos/vivlia/008_Istoria_tis_Ekklisias_ton_Ierosolimon.pdf Σς 231 -232.

Η χριστιανική κατανόηση της ειρήνης

«Όταν σκέφτεται κάποιος για τη χριστιανική κατανόηση της ειρήνης ως ειρήνης για ολόκληρο τον κόσμο, αντιλαμβάνεται ότι αυτό έχει ανθρωπολογική βάση, και φαίνεται ως μια δωρεά άνωθεν με τη μορφή της συμφιλίωσης με τον Τριαδικό Θεό. Όταν στερηθεί αυτή τη διάσταση, η ειρήνη περιορίζεται στην περιοχή της κονωνικο-πολιτικής ηθικής και αδυνατεί να θεραπεύσει τα σχήματα της ανθρώπινης και κοσμικής ιστορίας, η οποία κυβερνάται από τις αρχές και εξουσίες του κόσμου τούτου.
Ήδη, προκειμένου να πετύχει την εσωτερική ειρήνη, ο άνθρωπος πρέπει να θέσει σ’ ενέργεια τη συμφιλιωτική επίδραση της χριστιανικής πίστης πάνω σε όλο τον κόσμο. Η ‘εξωτερική’ ειρήνη του κόσμου αποκαλύπτει την ανάγκη για συμφιλίωση κάποιου με τον εαυτό του και ταυτόχρονα για αποκατάσταση της διακοπείσης σχέσης μεταξύ κάποιου, της φύσης και της ιστορίας. Η θέση του ανθρώπου μέσα στον κόσμο, ακολουθώντας τη συμφιλίωση των πάντων εν Χριστώ, συνεπάγεται ειρηνοποιό δράση στο ευρύ, κοσμικό πλαίσιο. Αυτό είναι μια πράξη ανάκτησης- μια αόρατη και ουδέποτε συμπληρούμενη διαδικασία- της αρχικής κατάστασης των ειρηνικών, αρμονικών σχέσεων μεταξύ Θεού, ανθρώπου και φύσης, οι οποίες διεκόπησαν ως συνέπεια της πτώσης του ανθρώπου (Γεν. 3, 18).
[…] Η αποξένωση και αλλοτρίωση του ανθρώπου από το Θεό ως Άρχοντα της Ειρήνης έχει εξουδετερωθεί απ΄ τον Χριστό, αλλά η μετοχή του ανθρώπου στην πληρότητα αυτής της ειρήνης είναι, αδιάκοπη διαδικασία αύξησης σ΄ αυτήν με στόχο την τελική της εκπλήρωση στους έσχατους χρόνους. Με την έννοια αυτή, ο χριστιανός θα έπρεπε να προφυλάσσεται από τη συναισθηματική θρησκοληψία ή τον ρομαντισμό, αγνοώντας τη μη εισέτι πραγματικότητα της ειρήνης στην ιστορία καθώς και κάθε είδους ουμανιστικών, ανθρωποκεντρικών και επιφανειακών προσπαθειών που καταβάλλονται για επιτυχή εγκαθίδρυση ειρήνης στην ιστορία, οι οποίες βασίζονται στη μεγαλοσύνη και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου και μονάχα σ΄ αυτή. Είναι επίσης ουτοπικός ρεαλισμός να πιστεύουμε ότι, αν σταματούσαμε την πάλη των τάξεων σε μια μόνο περιοχή της κοινωνικής ζωής, π.χ. την κοινωνική, η ειρήνη θα βασίλευε στη συνέχεια για πάντα στην ιστορία, ως μόνιμο επίτευγμα του ανθρώπου και μόνο.
[…] Είναι, έτσι, φανερό ότι η χριστιανική στάση έναντι της ειρήνης σήμερα δεν θα έπρεπε να αγνοεί ή να ‘συγκαλύπτει’ με ειρηνιστικές προσπάθειες είτε το καθεστώς της αδικίας και εκμετάλλευσης, με την πρόφαση της ελευθερίας ή της ελεύθερης οικονομίας, είτε την άρνηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ατομικών ελευθεριών, με το πρόσχημα της εγκαθίδρυσης κοινωνικής δικαιοσύνης. Χωρίς ν΄ αρνείται τις εξαιρετικές δυσκολίες που υπάρχουν και στις δύο περιπτώσεις, η χριστιανική ειρηνευτική προσπάθεια (με μια ρεαλιστική επιδίωξη της εξάλειψης των κύριων αιτιών της βίας και του πολέμου) πρέπει να επιμείνει, στηριζόμενη στη Βίβλο, στο σεβασμό και των δύο προϋποθέσεων της ειρήνης: της δικαιοσύνης και της γνήσιας ελευθερίας ως των απαραίτητων συστατικών της στοιχείων».
Νησιώτης Νίκος, Από την ύπαρξη στη συνύπαρξη: Κοινωνία, Τεχνολογία, Θεολογία, εκδ. Μαΐστρος, Αθήνα 2004, Σσ 46-53.  

Περί εἰρήνης καί δικαιοσύνης
  1. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει καί ἀναδεικνύει διαχρονικῶς τήν κεντρικήν θέσιν τῆς εἰρήνης καί τῆς δικαιοσύνης εἰς τήν ζωήν τῶν ἀνθρώπων. Αὐτή αὕτη ἡ ἐν Χριστῷ ἀποκάλυψις χαρακτηρίζεται«εὐαγγέλιον τῆς εἰρήνης» (Ἐφ. ς’, 15), διότι ὁ Χριστός, «εἰρηνοποιήσας διὰ τοῦ αἵματος τοῦ σταυροῦ αὐτοῦ» τά πάντα (Κολ. α’, 20), «εὐηγγελίσατο εἰρήνην τοῖς μακρὰν καὶ τοῖς ἐγγύς» (Ἐφ. β’, 17) καί κατέστη «ἡ εἰρήνη ἡμῶν» (Ἐφ. β’, 14). Ἡ εἰρήνη αὕτη, ἡ «ὑπερέχουσα πάντα νοῦν» (Φιλ. δ’, 7) εἶναι, ὡς εἶπεν ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἰς τούς μαθητάς Του πρό τοῦ Πάθους, εὐρυτέρα καί οὐσιαστικωτέρα τῆς εἰρήνης, τήν ὁποίαν ἐπαγγέλλεται ὁ κόσμος: «Εἰρήνην ἀφίημι ὑμῖν, εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμῖν· οὐ καθὼς ὁ κόσμος δίδωσιν, ἐγὼ δίδωμι ὑμῖν» (Ἰωάν. ιδ’, 27). Καί τοῦτο, διότι ἡ εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ ὥριμος καρπός τῆς ἐν Αὐτῷ ἀνακεφαλαιώσεως τῶν πάντων, τῆς ἀναδείξεως τῆς ἀξίας καί τοῦ μεγαλείου τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου ὡς εἰκόνος Θεοῦ· τῆς προβολῆς τῆς ἐν Αὐτῷ ὀργανικῆς ἑνότητος τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καί τοῦ κόσμου· τῆς καθολικότητος τῶν ἀρχῶν τῆς εἰρήνης, τῆς ἐλευθερίας καί τῆς κοινωνικῆς δικαιοσύνης καί, τέλος, τῆς καρποφορίας τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης μεταξύ τῶν ἀνθρώπων καί τῶν λαῶν τοῦ κόσμου. Ἡ πραγματική εἰρήνη εἶναι ὁ καρπός τῆς ἐπί τῆς γῆς ἐπικρατήσεως ὅλων αὐτῶν τῶν χριστιανικῶν ἀρχῶν. Εἶναι ἡ ἄνωθεν εἰρήνη, περί τῆς ὁποίας πάντοτε εὔχεται ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἰς τάς καθημερινάς της δεήσεις, ἐξαιτουμένη ταύτην παρά τοῦ Θεοῦ, τοῦ τά πάντα δυναμένου καί εἰσακούοντος τάς προσευχάς τῶν μετά πίστεως Αὐτῷ προσερχομένων.
  2. Ἐκ τῶν ἀνωτέρω καθίσταται δῆλον διατί ἡ Ἐκκλησία, ὡς «Σῶμα Χριστοῦ» (Α’ Κορ. ιβ’, 27), δέεται πάντοτε ὑπέρ εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου, ἡ ὁποία εἰρήνη, κατά τόν Κλήμεντα Ἀλεξανδρέα, εἶναι συνώνυμον τῆς δικαιοσύνης (Στρωματεῖς, 4, 25. ΡG 8, 1369B-72A). Ὁ δέ Μέγας Βασίλειος προσθέτει: «οὐ δύναμαι πεῖσαι ἐμαυτόν, ὅτι ἄνευ τῆς εἰς ἀλλήλους ἀγάπης καὶ ἄνευ τοῦ, τὸ εἰς ἐμὲ ἧκον, εἰρηνεύειν πρὸς πάντας δύναμαι ἄξιος κληθῆναι δοῦλος Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Ἐπιστολή 203, 1. PG 32, 737B). Τοῦτο εἶναι, ὡς σημειώνει ὁ αὐτός Πατήρ, τόσον αὐτονόητον διά τόν Χριστιανόν, ὥστε«οὐδὲν οὕτως ἴδιόν ἐστι Χριστιανοῦ ὡς τὸ εἰρηνοποιεῖν» (Ἐπιστολή 114. ΡG 32, 528B). Ἡ εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ μυστική δύναμις, ἡ ὁποία πηγάζει ἀπό τήν καταλλαγήν τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν οὐράνιον Πατέρα Του, «κατά πρόνοιαν Ἰησοῦ, τοῦ τὰ πάντα ἐν πᾶσιν ἐνεργοῦντος, καὶ ποιοῦντος εἰρήνην ἄρρητον καὶ ἐξ αἰῶνος προωρισμένην καὶ ἀποκαταλλάσσοντος ἡμᾶς ἑαυτῷ καὶ ἐν ἑαυτῷ τῷ Πατρί» (Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου, Περί θείων ὀνομάτων, 11, 5. ΡG 3, 953AB).
  3. Ὀφείλομεν συγχρόνως νά ὑπογραμμίσωμεν ὅτι τά δῶρα τῆς εἰρήνης καί τῆς δικαιοσύνης ἐξαρτῶνται καί ἐκ τῆς ἀνθρωπίνης συνεργίας. Τό
  4. γιον Πνεῦμα χορηγεῖ πνευματικά δῶρα, ὅταν ἐν μετανοίᾳ ἐπιζητῶμεν τήν εἰρήνην καί τήν δικαιοσύνην τοῦ Θεοῦ. Τά δῶρα ταῦτα τῆς εἰρήνης καί δικαιοσύνης ἐμφανίζονται ἐκεῖ ἔνθα οἱ Χριστιανοί καταβάλλουν προσπαθείας εἰς τό ἔργον τῆς πίστεως, τῆς ἀγάπης καί τῆς ἐλπίδος ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν (Α’ Θεσ. α’, 3).
  5. Ἡ ἁμαρτία εἶναι πνευματική ἀσθένεια, τῆς ὁποίας τά ἐξωτερικά συμπτώματα εἶναι αἱ ταραχαί, αἱ ἔριδες, τά ἐγκλήματα καί οἱ πόλεμοι, μετά τῶν τραγικῶν αὐτῶν συνεπειῶν. Ἡ Ἐκκλησία ἐπιδιώκει νά ἐξαλείψῃ οὐ μόνον τά ἐξωτερικά συμπτώματα αὐτῆς τῆς ἀσθενείας, ἀλλά καί αὐτήν ταύτην τήν ἀσθένειαν, τήν ἁμαρτίαν.
  6. Συγχρόνως, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία θεωρεῖ καθῆκον αὐτῆς νά ἐπικροτῇ πᾶν ὅ,τι ἐξυπηρετεῖ πράγματι τήν εἰρήνην (Ρωμ. ιδ’, 19) καί ἀνοίγει τήν ὁδόν πρός τήν δικαιοσύνην, τήν ἀδελφοσύνην, τήν ἀληθῆ ἐλευθερίαν καί τήν ἀμοιβαίαν ἀγάπην μεταξύ ὅλων τῶν τέκνων τοῦ ἑνός οὐρανίου Πατρός, ὡς καί μεταξύ ὅλων τῶν λαῶν τῶν ἀποτελούντων τήν ἑνιαίαν ἀνθρωπίνην οἰκογένειαν. Συμπάσχει δέ μεθ’ ὅλων τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι εἰς διάφορα μέρη τοῦ κόσμου στεροῦνται τῶν ἀγαθῶν τῆς εἰρήνης καί τῆς δικαιοσύνης.
Ἡ εἰρήνη καί ἡ ἀποτροπή τοῦ πολέμου
  1. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καταδικάζει γενικῶς τόν πόλεμον, τόν ὁποῖον θεωρεῖ ἀπόρροιαν τοῦ ἐν τῷ κόσμῳ κακοῦ καί τῆς ἁμαρτίας. «Πόθεν πόλεμοι καὶ μάχαι ἐν ὑμῖν; Οὐκ ἐντεῦθεν, ἐκ τῶν ἡδονῶν ὑμῶν τῶν στρατευομένων ἐν τοῖς μέλεσιν ὑμῶν;» (Ἰακ. δ’, 1). Ἕκαστος πόλεμος ἀποτελεῖ ἀπειλήν καταστροφῆς τῆς δημιουργίας καί τῆς ζωῆς.
Ὅλως ἰδιαιτέρως, εἰς περιπτώσεις πολέμων δι’ ὅπλων μαζικῆς καταστροφῆς, αἱ συνέπειαι θά εἶναι τρομακτικαί, ὄχι μόνον διότι θά ἐπέλθῃ ὁ θάνατος εἰς ἀπρόβλεπτον ἀριθμόν ἀνθρώπων, ἀλλά καί διότι δι’ ὅσους θά ἐπιζήσουν ὁ βίος θά καταστῇ ἀβίωτος. Θά ἐμφανισθοῦν ἀνίατοι ἀσθένειαι, θά προκληθοῦν γενετικαί ἀλλαγαί καί ἄλλα δεινά, τά ὁποῖα θά ἐπηρεάζουν καταστρεπτικῶς καί τάς ἑπομένας γενεάς.
Λίαν ἐπικίνδυνος δέν εἶναι μόνον ὁ πυρηνικός ἐξοπλισμός, ἀλλά καί οἱ χημικοί, οἱ βιολογικοί καί πάσης μορφῆς ἐξοπλισμοί, οἱ ὁποῖοι δημιουργοῦν τήν ψευδαίσθησιν τῆς ὑπεροχῆς καί κυριαρχίας ἐπί τοῦ περιβάλλοντος κόσμου. Τοιοῦτοι ἐξοπλισμοί καλλιεργοῦν ἀτμόσφαιραν φόβου καί ἐλλείψεως ἐμπιστοσύνης καί καθίστανται αἰτία ἑνός νέου ἀνταγωνισμοῦ ἐξοπλισμῶν.
  1. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, θεωροῦσα κατ’ ἀρχήν τόν πόλεμον ἀπόρροιαν τοῦ ἐν τῷ κόσμῳ κακοῦ καί τῆς ἁμαρτίας, ἐνθαρρύνει πᾶσαν πρωτοβουλίαν καί προσπάθειαν πρός πρόληψιν ἤ ἀποτροπήν αὐτοῦ διά τοῦ διαλόγου καί διά παντός ἄλλου προσφόρου μέσου. Εἰς περίπτωσιν κατά τήν ὁποίαν ὁ πόλεμος καταστῇ ἀναπόφευκτος, ἡ Ἐκκλησία συνεχίζει προσευχομένη καί μεριμνῶσα ποιμαντικῶς διά τά τέκνα αὐτῆς, τά ὁποῖα ἐμπλέκονται εἰς τάς πολεμικάς συγκρούσεις διά τήν ὑπεράσπισιν τῆς ζωῆς καί τῆς ἐλευθερίας αὐτῶν, καταβάλλουσα πᾶσαν προσπάθειαν διά τήν ταχυτέραν ἀποκατάστασιν τῆς εἰρήνης καί τῆς ἐλευθερίας.
  2. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καταδικάζει ἐντόνως τάς ποικιλομόρφους συγκρούσεις καί τούς πολέμους, τούς ὀφειλομένους εἰς φανατισμόν, προερχόμενον ἐκ θρησκευτικῶν ἀρχῶν. Βαθεῖαν ἀνησυχίαν προκαλεῖ ἡ μόνιμος τάσις αὐξήσεως τῶν καταπιέσεων καί διώξεων τῶν χριστιανῶν καί ἄλλων κοινοτήτων, ἐξ αἰτίας τῆς πίστεως αὐτῶν, εἰς τήν Μέσην Ἀνατολήν καί ἀλλαχοῦ, καθώς καί αἱ ἀπόπειραι ἐκριζώσεως τοῦ Χριστιανισμοῦ ἐκ τῶν παραδοσιακῶν κοιτίδων αὐτοῦ. Τοιουτοτρόπως, ἀπειλοῦνται αἱ ὑφιστάμεναι διαθρησκειακαί καί διεθνεῖς σχέσεις, ἐνῷ πολλοί χριστιανοί ἀναγκάζονται νά ἐγκαταλείψουν τάς ἑστίας αὑτῶν. Οἱ ἀνά τόν κόσμον Ὀρθόδοξοι συμπάσχουν μετά τῶν ἀδελφῶν αὐτῶν χριστιανῶν καί ὅλων τῶν ἄλλων διωκομένων ἐν τῇ περιοχῇ καί καλοῦν εἰς ἐξεύρεσιν δικαίας καί μονίμου λύσεως τῶν προβλημάτων τῆς περιοχῆς.
Καταδικάζονται ἐπίσης πόλεμοι, ἐμπνεόμενοι ὑπό ἐθνικισμοῦ, προκαλοῦντες ἐθνοκαθάρσεις, μεταβολάς κρατικῶν ὁρίων καί κατάληψιν ἐδαφῶν.
Η Αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εν τω συγχρόνω Κόσμω, κείμενο της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, 2916, παράγραφοι Γ και Δ,΄διατίθεται στο: https://www.holycouncil.org/-/mission-orthodox-church-todays-world?inheritRedirect=true&redirect=%2F

Κοινή Δήλωση Πάπα και Πατριάρχη για την ειρήνη
 
«Ὑπάρχει ἐπίσης ἐπείγουσα ἀνάγκη δι᾽ ἀποτελεσματικήν καί δεσμευτικήν συνεργασίαν τῶν χριστιανῶν πρός τόν σκοπόν τῆς ἐξασφαλίσεως παντοῦ τοῦ δικαιώματος τῆς δημοσίας ἐκφράσεως τῆς πίστεως καί τῆς δικαίας μεταχειρίσεως κατά τήν προώθησιν ἐκείνου, τό ὁποῖον ὁ Χριστιανισμός ἐξακολουθεῖ νά προσφέρῃ εἰς τήν σύγχρονον κοινωνίαν καί τόν πολιτισμόν. Ἐπ᾽ αὐτοῦ, καλοῦμεν ὅλους τούς χριστιανούς νά προωθήσουν αὐθεντικόν διάλογον μετά τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ, τοῦ Ἰσλάμ καί ἄλλων θρησκευτικῶν παραδόσεων. Ἀδιαφορία καί ἄγνοια δύνανται νά ὁδηγήσουν μόνον εἰς ἔλλειψιν ἐμπιστοσύνης καί δυστυχῶς ἀκόμη καί εἰς σύγκρουσιν.

Ἀπό τήν ἁγίαν ταύτην πόλιν τῆς Ἱερουσαλήμ ἐκφράζομεν τήν κοινήν μας βαθεῖαν ἀνησυχίαν διά τήν κατάστασιν τῶν χριστιανῶν τῆς Μέσης Ἀνατολῆς καί τό δικαίωμά των νά παραμένουν πλήρεις πολῖται τῶν χωρῶν καταγωγῆς των. Ἐν ἐμπιστοσύνῃ στρεφόμεθα πρός τόν παντοδύναμον καί φιλεύσπλαχνον Θεόν προσευχόμενοι διά τήν εἰρήνην εἰς τήν Ἁγίαν Γῆν καί τήν Μέσην Ἀνατολήν ἐν γένει. Ἰδιαιτέρως προσευχόμεθα διά τάς Ἐκκλησίας εἰς τήν Αἴγυπτον, τήν Συρίαν καί τό Ἰράκ, αἱ ὁποῖαι ὑπέφεραν περισσότερον σοβαρῶς ἐξ αἰτίας τῶν προσφάτων γεγονότων. Ἐνθρρύνομεν ὅλας τάς πλευράς ἀνεξαρτήτως θρησκευτικῶν πεποιθήσεων νά συνεχίσουν ἐργαζόμε-νοι διά τήν καταλλαγήν καί τήν δικαίαν ἀναγνώρισιν τῶν δικαιωμά-των τῶν λαῶν. Εἴμεθα πεπεισμένοι ὅτι δέν εἶναι τά ὅπλα, ἀλλά ὁ διάλογος, ἡ συγχώρησις καί ἡ καταλλαγή, τά μόνα δυνατά μέσα διά τήν ἐπίτευξιν τῆς εἰρήνης.

Εἰς μίαν ἱστορικήν συγκυρίαν χαρακτηριζομένην ἀπό βίαν, ἀδιαφορίαν καί ἐγωϊσμόν, πολλοί ἄνδρες καί γυναῖκες σήμερον αἰσθάνονται ὅτι ἔχουν χάσει τόν προσανατολισμόν των. Ἀκριβῶς διά τῆς κοινῆς μαρτυρίας μας πρός τήν καλήν ἀγγελίαν τοῦ Εὐαγγελίου θά ἠδυνάμεθα νά βοηθήσωμεν τούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας νά ἀνακαλύψουν τόν δρόμον, ὁ ὁποῖος ὁδηγεῖ εἰς τήν ἀλήθειαν, τήν δικαιοσύνην καί τήν εἰρήνην. Ἡνωμένοι εἰς τάς προθέσεις μας καί ἀναμιμνησκόμενοι τό παράδειγμα πρό πεντήκοντα ἐτῶν ἐδῶ εἰς τήν Ἱερουσαλήμ τοῦ Πάπα Παύλου Ϛ΄ καί τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου, καλοῦμεν ὅλους τούς χριστιανούς, καθώς καί πιστούς κάθε θρησκευτικῆς παραδόσεως καί ὅλους τούς ἀνθρώπους καλῆς θελήσεως, νά ἀναγνωρίσουν τό ἐπεῖγον τῆς ὥρας ταύτης, τό ὁποῖον μᾶς ὑποχρεώνει νά ἐπιζητήσωμεν τήν καταλλαγήν καί ἑνότητα τῆς ἀνθρωπίνης οἰκογενείας, μέ πλήρη σεβασμόν πρός τάς νομίμους διαφοράς, διά τό καλόν ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος καί τῶν γενεῶν τοῦ μέλλοντος».
Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος και Πάπας Φραγκίσκος, Κοινή Δήλωση, Ιεροσόλυμα 2014, παράγραφοι 7,8,9. 
 
Η Ειρήνη του Χριστού

« Εἰρήνην τὴν ἐµὴν δίδωµι ὑµῖν »
«Ὁ Λυτρωτὴς δίνει τὴν εἰρήνη του στούς µαθητὲς του τή στιγµή πού πρόκειται νά µπῆ στήν περιοχή τοῦ Πάθους του.Ἔχοντας µπροστὰ του τὴν τροµακτικὴ ὀδύνη τοῦ Σταυροῦ καὶ τὸν ἄµεσο θάνατο µιλάει γιά τὴν εἰρήνη του καὶ µεταγγίζει τὴν εἰρήνη του. Ἀφοῦ ὁ Ἰησοῦς, σ’ αὐτὴν ἀκριβῶς τή στιγµή παραµένει ὁ κύριος τῆς εἰρήνης, ἡ δύναµή της δέν θὰ ἐγκαταλείψη τὸ µαθητή στίς µικρότερες θύελλες πού θ’ ἀντιµετώπιση.«Ἐγὼ δὲ λέγω µὴ ἀντιστῆναι τῷ πονηρῷ» (Ματθ. 5, 39). Λόγος σκανδαλώδης καὶ πολὺ παράξενος στά µάτια τῶν ἀνθρώπων — τῶν ἀνθρώπων γενικὰ κι ὄχι µόνο τῶν ἀπίστων. Τὸ ἀριστερὸ µάγουλο πού πρέπει νά στρέψωµε σ’ αὐτόν πού µᾶς ἐρράπισε τὸ δεξιό. Τὸ ἱµάτιο πού πρέπει ν’ ἀφήσουµε σ’ αὐτόν πού µᾶς πῆρε καὶ τὸ χιτώνα. Τὰ δύο µίλια πού πρέπει νά περιπατήσουµε µ’ ἐκεῖνον πού µᾶς ἀγγάρεψε ἕνα µίλι. Ἡ εὐλογία πού πρέπει νά δώσουµε στόν ἄλλο πού µᾶς καταράσθηκε.
Τὶ ὑποδοχὴ βρίσκουν οἱ ἐντολὲς αὐτὲς µεταξὺ ἐκείνων πού θὰ ἔπρεπε πρῶτοι νά τὶς δεχθοῦν καί νά τὶς καταλάβουν; Ἡ ὁδὸς τῆς ἀγάπης τοῦ ἐχθροῦ, τόσο στό πεδίο τῆς διεθνοῦς, ὅσο καὶ στό ἐπίπεδο τῆς προσωπικῆς ζωῆς, ἔχει ἄραγε ἐπαρκῶς ἐξερευνηθῆ; «Οὐκ οἴδατε ποίου πνεύµατος ἐστε…» (Λουκ. 9, 55).
Εὐαγγελικὴ «µή-ἀντιστάση». Ἡ ἐκλογὴ δέν ἔγκειται στό νά διαλέξουµε µεταξὺ τοῦ νά πολεµήσουµε καὶ νά µὴν πολεµήσουµε. Ἀλλὰ µεταξὺ τοῦ νά πολεµήσουµε καὶ τοῦ νά ὑποφέρουµε καὶ διὰ τοῦ πόνου νά νικήσουµε. Οἱ µάχες δηµιουργοῦν τὶς φαινοµενικὲς νίκες, ποὺ δέν εἶναι παρὰ αὐταπάτη καὶ µαταιότης, ἐφόσον ὑψίστη πραγµατικότης εἶναι ὁ Ἰησοῦς. Ὁ πόνος τοῦ µὴ ἀντισταµένου ἀναγγέλλει καὶ τονίζει αὐτὴν τὴν ὑπέρτατη πραγµατικότητα τοῦ Ἰησοῦ. Τέτοια εἶναι ἡ πραγµατικὴ νίκη. «Ἱκανόν ἐστι» (Λουκ. 22, 38), λέει ὁ Ἰησοῦς, ὅταν οἱ µαθηταὶ του τοῦ παρουσιάζουν δύο µάχαιρες.
Οἱ µαθηταὶ δέν εἶχαν καταλάβει τὸ νόηµα ἐκείνης τῆς ἄλλης φράσεως: «ὁ µὴ ἔχων (βαλάντιον) πωλησάτω τὸ ἱµάτιον αὐτοῦ καὶ ἀγορασάτω µάχαιραν» (Λουκ. 22, 36). Ὁ Ἰησοῦς εἶχε θελήσει νά πῆ: Ὑπάρχουν ἐποχές πού πρέπει νά θυσιάσουµε ἀκόµη κι αὐτό πού φαίνεται τελείως ἀναγκαῖο. Γιά νά µπορέσουµε ἔτσι νά συγκεντρώσουµε τὴν ἐπαγρύπνησή µας στίς ἐφόδους τοῦ κακοῦ. Μὰ τόσο ἡ ἐπίθεση, ὅσο καὶ ἡ ὑπεράσπιση ἀνήκουν στόν κόσµο τοῦ πνεύµατος.
Ὁ Ἰησοῦς προχωρεῖ µπροστὰ πρὸς συνάντηση τῆς σπείρας πού ἐρχόταν νά τὸν συλλάβη «µετὰ φανῶν καὶ λαµπάδων καὶ ὅπλων» (Ἰωαν. 18, 3). Προχωρεῖ ἐλεύθερα, αὐθόρµητα πρὸς τὸ Πάθος του.
Ὁ Ἰησοῦς θεραπεύει τὸ δοῦλο τοῦ ὁποίου ὁ Πέτρος εἶχε ἀποκόψει τὸ ἕνα αὐτί. Ὄχι µόνο δέν θέλει νά τὸν ὑπερασπισθοῦν οἱ µαθηταὶ του χρησιµοποιώντας βία — «ἐᾶτε ἕως τούτου» (Λουκ. 22, 51) λέει — ἀλλά καὶ θεραπεύει τὸ κακό πού εἶχε προκαλέσει ἡ µάχαιρα τοῦ Πέτρου. Εἶναι τὸ µόνο θαῦµα πού ἐνήργησε ὁ Ἰησοῦς κατὰ τή διάρκεια τοῦ Πάθους του.
Ἡ µή ἀντιστάση, τῆς ὁποίας ὁ Ἰησοῦς δίνει τὸ παράδειγµα, δέν εἶναι ἀποδοχὴ τοῦ κακοῦ ἤ καθαρή παθητικότης. Εἶναι θετικὴ ἀντίδραση. Ἀπάντηση τὴν ὁποία ἡ ἀγάπη, αὐτὴ ἡ ἀγάπη πού ἐνσαρκώνει ὁ Ἰησοῦς, ἀντιθέτει τίς ἐπιθέσεις τῶν κακῶν. Ὡς ἄµεσο ἀποτέλεσµα φαίνεται ἡ νίκη τοῦ κακοῦ. Μὰ στή µακρὰ συνέχεια ἡ δύναµη τῆς ἀγάπης εἶναι ἡ πιὸ ἰσχυρή. Ἡ ἀνάσταση ἀκολούθησε τὸ Πάθος. Ἡ µή-ἀντιστάση τῶν µαρτύρων ἔκαµψε καὶ σαγήνευσε τοὺς διῶκτες. Τὸ αἷµα πού χύθηκε ἐξασφάλισε τή διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου. Εἰρηνιστικὴ κινήση ἀδύναµη καὶ γεµάτη ἀοριστία; Ὄχι! Φλόγα πού καίει καὶ νικᾶ. Ἐὰν ὁ Ἰησοῦς στή Γεσθηµανῆ εἶχε ζητήσει ἀπὸ τὸν Πατέρα τή βοήθεια δώδεκα λεγεώνων ἀγγέλων, δέν θὰ ὑπῆρχε οὔτε Πάσχα οὔτε Πεντηκοστή.
Fr Lev Gillet, Ἰησοῦς, ἐκδ. Δόμος
 
Αγιογραφικά χωρία για την ειρήνη: 

Είμαι ειρηνικός ανάμεσα σε αυτούς που μισούν την ειρήνη
Ψαλμ 119, 7
 
Μακάριοι όσοι φέρνουν την ειρήνη στους ανθρώπους,
γιατί αυτοί θα ονομαστούν παιδιά του Θεού.
Ματθ. 5, 9

ο καρπός του Αγίου Πνεύματος είναι η αγάπη, η χαρά, η ειρήνη, η μακροθυμία, η καλοσύνη, η αγαθότητα, η πίστη, 23η πραότητα, η εγκράτεια.
Γαλ. 5, 22-23

Όπου υπάρχει φθόνος κι εριστική διάθεση, εκεί υπάρχει αναστάτωση και κάθε λογής κακό.
Ιακ 3, 16

Φεύγω και σας αφήνω την ειρήνη. Τη δική μου ειρήνη σας δίνω. Δε σας τη δίνω όπως τη δίνει ο κόσμος. Μην ανησυχείτε και μη δειλιάζετε.
Ιω 14, 27



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...